Πήγαμε, είδαμε τους Septicflesh στο Ηρώδειο
Μεγάλη «πρώτη» για ελληνικό heavy metal συγκρότημα
του Δημήτρη Σταματίου
Μια πολύ σύντομη κριτική για τη χθεσινή συναυλία των Septicflesh στο Ηρώδειο θα μπορούσε να είναι ως εξής: «Σε ένα κατάμεστο Ωδείο του Ηρώδου του Αττικού, στη σκιά του Ιερού Βράχου της Ακρόπολης, οι Έλληνες extreme metallers Septicflesh έγραψαν ιστορία, καθώς έγιναν το πρώτο heavy metal συγκρότημα που έπαιξε live στο αρχαίο θέατρο, συνοδεία της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών και της χορωδίας Libro d' Oro».
Προφανώς η ιστορική σημασία του γεγονότος δεν μπορεί να παραβλεφθεί. Ωστόσο, επειδή μιλάμε για μια metal συναυλία, συνοδεία μιας εξαιρετικής ορχήστρας, σε έναν χώρο που κάθε άλλο παρά ταιριαστός για ένα τέτοιο event μοιάζει (πού είναι οι μπύρες; πού είναι τα τσιγάρα; πού είναι το headbanging;) μερικές επιπλέον λεπτομέρειες πρέπει να αναφερθούν.
Κατ' αρχάς, το concept: οι Septicflesh δεν είναι ούτε το πρώτο ούτε το τελευταίο extreme metal συγκρότημα που συνεργάζεται με κλασσική ορχήστρα για να παρουσιάσει τη μουσική του. Μάλιστα, πρέπει να σημειωθεί ότι η μπάντα έχει παρουσιάσει τη συγκεκριμένη συναυλία σε κάμποσες χώρες του εξωτερικού τα τελευταία χρόνια με μεγάλη επιτυχία.
Κατά την ταπεινή μου άποψη το τρικ σε αυτού του είδους τις συνεργασίες είναι η μπάντα και η ορχήστρα να καταφέρουν να «δέσουν» αρμονικά και η μουσική να ακούγεται κατά το δυνατόν «φυσική». Εδώ, λοιπόν, πρέπει να πούμε ότι Septicflesh και ΚΟΑ συνεργάστηκαν άψογα, με την ορχήστρα να «δένει» τέλεια με τα ηλεκτρικά όργανα του γκρουπ.
Σε αυτό, προφανώς, βοήθησαν και τα κομμάτια, καθώς η μουσική των Septicflesh έχει έναν, ας πούμε, «σινεμάτικ» αέρα, που επιτρέπει με ευκολία σε μια συμφωνική ορχήστρα να προσθέσει τις δικές της πινελίες στην -κατά βάση mid-tempo- ηχητική επίθεση της μπάντας, κάνοντάς την ακόμα πιο ατμοσφαιρική και απειλητική (εξαιρετικές οι ενορχηστρώσεις).
Παράλληλα, και αυτό μου άρεσε πάρα πολύ, τόσο η ΚΟΑ όσο και η χορωδία φάνηκαν να γουστάρουν πολύ τη συνεργασία τους με τους Septicflesh: υπήρξαν στιγμές που αισθάνθηκα ότι μέλη της ορχήστρας ήταν στο... παρά τσακ να σηκωθούν από τις καρέκλες τους και να αρχίσουν να κάνουν headbanging μαζί με τους κιθαρίστες, άλλο ένα στοιχείο αρμονικής συνεργασίας και «δεσίματος».
Από εκεί και πέρα, η μπάντα δεν μπορούσε να κρύψει τη συγκίνησή της για το γεγονός ότι έπαιζε στο Ηρωδείο, ενώ το κοινό, παρότι καθηλωμένο στις (όχι και πολύ βολικες) κερκίδες, εντούτοις ήταν εξαιρετικά ένθερμο (αποθέωσε όλους τους συντελεστές της συναυλίας), αλλά και έδειξε τον δέοντα σεβασμό στον χώρο.
Άλλωστε, οι προθέσεις του κόσμου είχαν γίνει προφανείς από την πρώτη μέρα που άνοιξε η προπώληση, καθώς έγινε sold out μέσα σε μόλις τέσσερις μέρες - όπως ανέφερε και η μπάντα, η οποία δεν σταμάτησε να παρακινεί το κοινό να συμμετάσχει, αλλά και να το ευχαριστεί.
Ήταν, λοιπόν, όλα τέλεια; Προφανώς και όχι: κατά τη γνώμη μου ο ήχος ήταν προβληματικά χαμηλός, με αποτέλεσμα συχνά τα ηλεκτρικά όργανα (αλλά ενίοτε και τα πιο brutal φωνητικά) να «πνίγονται» από τον όγκο της ορχήστρας. Επίσης, κάποιες επιλογές (π.χ. η χρήση του πνευστού ντουντούκ σε κάποιο ιντερλούδιο της συναυλίας) μου φάνηκαν ότι «έκαναν κοιλιά».
Ωστόσο, συνολικά το όλο θέαμα και ακρόαμα ήταν εξαιρετικό και, αν θεωρήσουμε ότι το βράδυ του Σαββάτου έγινε ένα πείραμα -μια extreme μπάντα στο Ηρώδειο-, τότε το αποτέλεσμά του ήταν άκρως επιτυχημένο. Με λίγα λόγια, «Long live the 'Flesh».