Πήγαμε, είδαμε, 60 χρόνια Χρήστος Νικολόπουλος στο Ηρώδειο

 
REVIEWS

Μια βραδιά που θα μας μείνει αξέχαστη.

Του Γιώργου Μυζάλη

Ο υπότιτλος του παρόντος μοιάζει κλισέ, έχει χρησιμοποιηθεί αλόγιστα από συναδέλφους γραφιάδες κατά το παρελθόν και παραπέμπει σε εκείνο το παραμύθι με το βοσκό και το λύκο. Ωστόσο, σε διαβεβαιώ, αγαπητέ μου αναγνώστη, εν προκειμένω, είναι ολότελα ακριβής και περιγραφικός της βραδιάς που ζήσαμε στο Ηρώδειο για τα 60 χρόνια του Χρήστου Νικολόπουλου. Του Χρήστου Νικολόπουλου, που, βάσει παρουσιαστικού, αλλά κυρίως λόγω «τρόπου», καθόλου δεν παραπέμπει «στην (πραγματική) ηλικία του».

Το έχω γράψει και άλλοτε: αυτές οι συγκινησιακά φορτισμένες επετειακές βραδιές δεν μπορούν να κριθούν παρά μόνο συναισθηματικά. Αυτό, ενίοτε, «κουκουλώνει» ρεπερτοριακές, παικτικές και ερμηνευτικές ατέλειες, επιτρέποντας στον γραφιά να ελιχθεί και να αποφύγει να «χαλάσει τη γιορτή». Κάτι τέτοιο δεν βρίσκει εφαρμογή στη χθεσινοβραδυνή (7/9) συναυλία. Γιατί, και αυστηρά μουσικολογικά να την κρίνει κανείς (που και πάλι θα το αποφύγω – να μου επιτρέψεις αναγνώση μου), ήταν υψηλοτάτου επιπέδου. Σε αυτό συνέβαλαν, οπωσδήποτε, οι δεξιοτέχνες μουσικοί, ο συνεσταλμένος, αλλά ουσιώδης μαέστρος Νίκος Στρατηγός, και ο ίδιος ο πρωταγωνιστής της γιορτής με τα λαμπερά και ευφάνταστα παιξίματά τους και τη δουλειά που προηγήθηκε στις πρόβες (και φάνηκε στο «τερέν» του Ηρωδείου).

Για τρεις ολόκληρες ώρες ακούγαμε απανωτές επιτυχίες του Χρήστου Νικολόπουλου και θα μπορούσαμε να κάτσουμε άλλες τόσες κι άλλες τόσες. Οι άνθρωποι της πιάτσας, συχνά – πυκνά, χρησιμοποιούν μια έκφραση για τους αδιαφιλονίκητα σπουδαίους: «έχει γράψει την άμμο της θάλασσας». Την ακούσαμε τις προάλλες στη συναυλία – αφιέρωμα στον Λευτέρη Παπαδόπουλο, την ακούσαμε και χθες. Αλλά την ακούσαμε αυτή την άμμο και κυριολεκτικά. Όλη η συναυλία ήταν μια ατελείωτη υπενθύμιση του ταλέντου, της δημιουργικότητας και την εξηντάχρονης ασταμάτητης και αστείρευτης προσφοράς ενός ξεχωριστού δημιουργού. Κάθε τραγούδι της βραδιάς, θύμιζε στον καθένα μας κάτι σημαντικό από τη ζωή του. Τραγούδια – σταθμοί.

Για μένα, προσωπικά, τεράστιο ενδιαφέρον παρουσίασε και η «εφηβικότητα» της σημερινής προσέγγισης του Χρήστου Νικολόπουλου σε μια τέτοια βραδιά. Τα παιξίματά του, όσα είπε, ο τρόπος του και η «ματιά» του ήταν η απόλυτη ένδειξη ενστικτώδους πραγματικής νεότητας. Πρώτα – πρώτα, η εναρκτήρια αφιέρωσή του στον Πατριάρχη Μάρκο Βαμβακάρη. Στη συνέχεια, ο τρόπος που καλοδεχόταν κάθε ερμηνευτή στο πάλκο. Τα τραγούδια που «ανέθεσε» στον καθένα, τόσο ταιριαστά, αλλά και τόσο έξυπνα διαλεγμένα.

Κορυφαίες στιγμές της βραδιάς

Α. Τα τρία τραγούδια του «αταίριαστου» Φοίβου Δεληβοριά που «ταρακούνησαν» το Ηρώδειο (τα «Γκρίζα» σε ποίηση Καβάφη, ο «Λέντζος» και η «ρέγγε» εκδοχή του «Παίξε Χρήστο επειγόντως», αμφότερα του Ρασούλη).

Β. Η παρουσία – αναπόληση του Στέλιου Διονυσίου με τα τραγούδια που πρωτοερμήνευσε ο πατέρας του και την ευρηματική αλλαγή στο στίχο: «…χορεύει και γουστάρει ο Νικολόπουλος».

Γ. Ο Κώστας Μακεδόνας με τραγούδια – επιτυχίες που ο ίδιος είπε σε πρώτη εκτέλεση και εξακολουθεί να λέει αψεγάδιαστα, όντας ένας από τους σημαντικότερους σημερινούς ερμηνευτές του ελληνικού τραγουδιού.

Δ. Η μεγάλη κυρία Πίτσα Παπαδοπούλου, που πάντοτε επιστρατεύει περίσσευμα συναισθήματος, σε μια ανατριχιαστική «Διαθήκη» (στίχοι: Μάνου Ελευθερίου) και ένα ατόφιο λαϊκό «Μία είναι η ουσία» (στίχοι: Λευτέρη Χαψιάδη).

Ε. Η Πέγκυ Ζήνα στα τραγούδια της Χαρούλας με σεβασμό, αλλά και προσωπική ερμηνεία.

ΣΤ. Ο «λαβωμένος», αλλά πάντοτε ετοιμοπόλεμος, Γιώργος Νταλάρας με τραγούδια που πρωτοαγαπήσαμε με τη φωνή του: «Ξένος» (στίχοι: Λευτέρης Παπαδόπουλος), «Εγώ θα σου μιλώ» και – με λαϊκή απαίτηση – «ο Τραγουδιστής» (αμφότερα σε στίχους της Μάρως Μπιζάνη).

Ι. Η Μελίνα Ασλανίδου με συστολή και προσήλωση στο βλέμμα του «δασκάλου».

Για το τέλος άφησα την πληθωρική παρουσία του Σταμάτη Κραουνάκη που έδειξε πως μπορούν να συνεννοηθούν δυο δημιουργοί, επί ίσοις όροις, και πως μπορεί ο ένας να συντονιστεί με τον άλλο. Σαν μπουλντόζα παρέσυρε το Ηρώδειο με δυο καινούργια τραγούδια που «πέρασαν» στις κερκίδες σαν γνωστά από καιρό. Το «Άσε με να σε σκέφτομαι» και η «Γάτα» (σε στίχους Νίκου Αναγνωστάκη και τα δυο) εξέπληξαν θετικά κυρίως λόγω της ερμηνείας ενός γνήσιου performer σαν τον Σταμάτη Κραουνάκη (σ.σ. εδώ μια μικρούλα μουσικολογική παρατήρηση: και τα δυο καινούργια τραγούδια παρουσιάστηκαν πολύ καλύτερα στο live από ό,τι στην ηχογραφημένη τους μορφή. Στο δίσκο απουσιάζει η ατμόσφαιρα της σκηνής και το, πάντοτε καθοριστικό, ακροατήριο). Για τρίτο τραγούδι, οι νεότατοι (στο πνεύμα) δημιουργοί επεφύλαξαν ένα λαμπρό «κόλπο»: ντουέτο το «Ωραίος κι η ωραία» (στίχοι: Τασούλα Θωμαΐδου).

Θα μπορούσα να γράφω και να γράφω και να γράφω για χθες βράδυ. Θα σταματήσω κάπου εδώ με μια προσωπική εξιστόρηση (να μου επιτρέψεις αναγνώστη μου) που μοιράστηκα πριν τη συναυλία στα κοινωνικά δίκτυα:

Ήμουν νεότατος, φοιτητής μουσικολογίας, όταν, γεμάτος άγχος, χτυπούσα το κουδούνι ενός σπιτιού στην Κάτω Κηφισιά. Σε λίγα λεπτά επρόκειτο να συναντήσω, για μια από τις πρώτες μου συνεντεύξεις στο ιστορικό ιντερνετικό περιοδικό Babylon, έναν από τους πιο σημαντικούς Έλληνες δημιουργούς, τον κορυφαίο, ίσως, συνθέτη του λαϊκού μας τραγουδιού και προσωπικό μου ήρωα. Την πόρτα άνοιξε ο Χρήστος Νικολόπουλος και, σαν σε όνειρο, λίγο μετά καθόταν απέναντί μου με μια πρωτοφανή απλότητα, λες και δεν είχε γράψει την άμμο της θάλασσας, λες και δεν είχε φροντίσει τις αγωνίες, τις αγάπες, τις λύπες και τους καημούς ενός ολόκληρου λαού. Δεν θυμάμαι όλες τις λεπτομέρειες της συνάντησης. Θυμάμαι, όμως, και σας μιλώ εντίμως, ότι στο δρόμο της επιστροφής, μέσα στο Honda Civic της μάνας μου, ένας άσημος ραδιοφωνικός σταθμός (που ήταν χίλιες φορές πιο ραδιοφωνικός από τους σημερινούς), του έκανε αφιέρωμα σαν συνεννοημένος. Πέρασαν τα χρόνια και η ζωή (και η τύχη) με έφεραν να συναντώ συχνά τον κύριο Νικολόπουλο και να συνεργάζομαι μαζί του στο δύσκολο έργο που έχει αναλάβει ως πρόεδρος της Edemrights - ΕΔΕΜ. Θα συναντηθώ, όμως, μαζί του, στο Ηρώδειο, στη μεγάλη του γιορτή για τα 60 χρόνια του στο Ελληνικό Τραγούδι. Και αναρωτιέμαι: πότε πρόλαβε αυτός ο έφηβος να συμπληρώσει 60 χρόνια;

Κύριε Νικολόπουλε, ευγνώμονες όλοι εμείς οι ευεργετημένοι από το θησαυρό της ψυχής σας και από τα μαγικά σας δάχτυλα.

REVIEWS