Πήγαμε, είδαμε, τη μεταπολίτευση του Διονύση Σαββόπουλου στο Ηρώδειο
Όταν η συγκίνηση ξεπερνά καθετί.
Του Γιώργου Μυζάλη
Η χθεσινή βραδιά –8/7– (που επαναλαμβάνεται απόψε) του Διονύση Σαββόπουλου στο Ηρώδειο στο πλαίσιο του Φεστιβάλ Αθηνών και Επιδαύρου, με αφορμή την επέτειο των πενήντα χρόνων από τη Μεταπολίτευση ήταν άχαστη και κερδισμένη από τα αποδυτήρια. Κάτι η αφορμή της, κάτι ο επιβλητικός χώρος, κάτι η επανεμφάνιση του αγαπημένου τραγουδοποιού μετά από μεγάλο διάστημα απουσίας από τα live, έγερναν εκ προοιμίου την πλάστιγγα υπέρ του εγχειρήματος.
Το κατάμεστο Ηρώδειο συγκινήθηκε, σιγοτραγούδησε, ανατρίχιασε με τις ερμηνείες της «παλιάς φρουράς» στο Σαββοπουλικό και μη ρεπερτόριο σε μια βραδιά που, ανάμεσα στα τραγούδια, ο πιο αγαπημένος και ο πιο προικισμένος παραμυθάς των τελευταίων πενήντα χρόνων έλεγε ιστορίες ανέκδοτες, αποκαλυπτικές και οπωσδήποτε ενδιαφέρουσες.
«Κοντεύω τα ογδόντα», είπε ο Σαββόπουλος, «και έχω την τύχη το μεγαλύτερο μέρος της ζωής μου να ήταν η περίοδος της Μεταπολίτευσης». Στο πλευρό του, ο συγκινητικός (αν και καταβεβλημένος από σοβαρό κρυολόγημα) Γιώργος Νταλάρας, ο στιβαρός (τηρουμένων των αναλογιών) Μανώλης Μητσιάς, η δυναμική Μελίνα Τανάγρη, η σπουδαία Μαρία Φαραντούρη, ο σεβαστικός Χρήστος Θηβαίος, ο «φρέσκος» Πάνος Μουζουράκης, η ανατριχιαστική Δήμητρα Γαλάνη και μια dream team Ελλήνων μουσικών. Πώς να μην πετύχει η συνταγή.
Αυτού του είδους τα μουσικοκριτικά σημειώματα αποτυγχάνουν αν σταθούν σε λεπτομέρειες τεχνικής φύσεως για τις αποδόσεις των τραγουδιστών, τα παιξίματα των μουσικών, τις ενορχηστρώσεις των ενορχηστρωτών. Αλλού είναι η ουσία σε τέτοιες βραδιές.
Χθες το βράδυ στο Ηρώδειο, μπροστά στα μάτια μας ξεδιπλώθηκε (και ξεγυμνώθηκε) μια ολόκληρη εποχή, μια ολόκληρη γενιά: οι εκδρομείς του ’60. Που το λέει ακόμα η καρδούλα τους. Που λειτουργούν ως υπενθύμιση και ξυπνητήρι συνειδήσεων κοιμισμένων (πολύ φοβάμαι). Όχι για να προστατεύσουμε τον τόπο μας ή να υπερασπιστούμε την εθνική μας κληρονομιά (;), αλλά για να ζήσουμε τις ζωές μας με αξιοπρέπεια και ο ένας για τον άλλο. Βλέπεις, αγαπητέ μου αναγνώστη, το έχουν αυτό τα καλά τραγούδια: σου περιγράφουν την ουτοπία, το ιδανικό, το άπιαστο. Αλλά και σε φέρνουν σε δύσκολη θέση ενίοτε, τραβώντας σε από το μανίκι.
Ο Διονύσης Σαββόπουλος είναι με διαφορά ο πρώτος story teller τραγουδοποιός. Είναι –προσωπική άποψη– ο μεγαλύτερος τραγουδοποιός που γέννησε αυτός ο τόπος. Και είναι παράλληλα και ο πιο αμφιλεγόμενος. Το είπε και ο ίδιος από σκηνής: «δεν γίνεται να είσαι τραγουδοποιός και να μην σε κράζουν».
Ας αφήσουμε, όμως, το κράξιμο μια φορά στην άκρη ή/και ας το «θεραπεύσουμε» με ευγνωμοσύνη. Ευγνωμοσύνη απέναντι σε έναν μάγο, έναν σαμάνο, που μπόρεσε να μας βοηθήσει να εκφραστούμε και να συγκινηθούμε, ενδεχομένως, όσο κανένας άλλος.