H Μαρία Παπαγεωργίου τραγουδά Θάνο Μικρούτσικο, ξανατραγουδά για την ακρίβεια, την Τρίτη 24 Σεπτεμβρίου στο Δημοτικό Κηποθέατρο Παπάγου.
Του Δημήτρη Κανελλόπουλου
Είναι μια καταπληκτική παράσταση που την παρουσίασε για μία και μοναδική φορά, πέρυσι, στο «Ολύμπια» της οδού Ακαδημίας, την παλιά Λυρική. Οσοι ήμασταν εκεί και την παρακολουθήσαμε, βρεθήκαμε στο τέλος να χειροκροτούμε όρθιοι. «17 ταπεινά ρέκβιεμ για το μέλλον», έτσι τιτλοφορείται και είναι μια συναισθηματική καταβύθιση στο έργο του Θάνου Μικρούτσικου.
Ξέρετε τι μου έκανε μεγαλύτερη εντύπωση εκείνη τη βραδιά στο «Ολύμπια»; Η ερμηνεία της Μαρίας στο εμβληματικό «Οι εφτά νάνοι στο S/S Cyrenia». Ετσι όπως το έλεγε ο Θάνος δεν επιτρέπει σε κανέναν να το αγγίζει πλέον, ούτε να διανοηθεί να το ακουμπήσει. Κι όμως η Παπαγεωργίου κατάφερε και αναμετρήθηκε, βγάζοντάς τα πέρα μάλιστα με τους 7 Νάνους! Είναι το πρώτο που τη ρωτάω στη μικρή συζήτηση που κάναμε βάζοντας στο επίκεντρο τον μεγάλο, πολύ μεγάλο, Θάνο Μικρούτσικο. Πώς τα κατάφερες λοιπόν, ρε Μαρία;
«Με αφέλεια και θράσος», απαντά. «Υπήρχε μια βασική αρχή μέσα μου, με την οποία έπρεπε συνέχεια να αναμετριέμαι: ότι τα τραγούδια είναι πάνω από εμένα, ότι πρέπει να κρατήσω την ουσία τους ζωντανή πάνω από το "εγώ" μου, ότι δεν τίθεται θέμα σύγκρισης με τις αυθεντικές ερμηνείες της Μαρίας Δημητριάδη ή με τα τρεμάμενα χέρια πάνω στο πιάνο του Θάνου Μικρούτσικου. Επρεπε πρωτίστως ως μουσικός να μπω μέσα στο S/S Cyrenia, αποφασισμένη. Εστίασα στο πώς θα φτάσει το καράβι στο λιμάνι και όχι στο τι έκαναν οι άλλοι καπετάνιοι πριν από εμένα, έχοντας όμως πάντα τη ρότα τους χαραγμένη μέσα μου».
-Τι είναι, τι ήταν, τι θα είναι ο Θάνος Μικρούτσικος;
Είναι αυτή η διεθνής ρότα, τα κρυμμένα λιμάνια, το πάθος και η φουρτούνα, η πιο όμορφη θάλασσα.
-Είναι «δύσκολο» μουσικά το έργο του;
Κατ' αρχάς το έργο του είναι πολύ μεγάλο σε όγκο, σε ποσότητα. Επίσης ήταν πολυσχιδής στην γραφή του, έκανε τα λαϊκά που τα χορεύουν ή τα τραγουδούν ακόμη και στα πιο απομονωμένα χωριά, έκανε τα τραγούδια με τα οποία συσπείρωνε τον κόσμο στις πορείες, ήταν ερωτικός, λυρικός, άλλοτε πάλι ήταν λόγιος. Για μένα ήταν, ενορχηστρωτικά και μουσικολογικά, δύσκολο να προσαρμόσω τα τραγούδια που επέλεξα πάνω στη δική μου αισθητική και αλήθεια, χωρίς να αποδομήσω την αρχική τους μορφή.
-Πώς προετοιμάστηκες πριν από την πρώτη παράσταση στο «Ολύμπια»; Με ποιον τρόπο δούλεψες;
Εκανα μεγάλη προετοιμασία, έπρεπε να γνωρίσω αρχικά το έργο του. Να ακούσω τους δίσκους έναν έναν, να βρω ποια τραγούδια μού σηκώνουν την τρίχα και μετά να δω πώς αυτά θα χωρέσουν στο δικό μου μουσικό σύμπαν.
-Πόσο σου πήρε;
Δούλευα τη ροή της παράστασης για έξι μήνες.
-Και πώς πήγε αυτούς τους έξι μήνες;
Κάπου στα μισά δυσκολεύτηκα τόσο, που φοβήθηκα πως έκανα λάθος που δέχτηκα την πρόταση της οικογένειάς του να κάνω μόνη μου ό,τι θέλω. Βλέπεις, έτυχε να είμαι η πρώτη επίσημη πρόταση της οικογένειας μετά τον θάνατό του να αναλάβει κάποιος κάτι τέτοιο, εννοώ που να μην είχε συνεργαστεί ξανά μαζί του στο παρελθόν. Είχα όμως μια περίεργη, μια μεταφυσική καθοδήγηση, δεν ξέρω καν πώς να το εξηγήσω.
-Και το βράδυ της παράστασης;
Ηταν, εκείνο το βράδυ στο θέατρο «Ολύμπια», σαν να ήταν και αυτός εκεί. Και δεν ήταν μόνο δική μου αίσθηση, μου το είπε πολύς κόσμος.
-Ωραίο πάντως και γοητευτικό να ασχολείσαι με τα τραγούδια του Θάνου Μικρούτσικου ώστε να στήσεις μια παράσταση με αυτά...
Αρχικά πρέπει να αγαπήσω ένα κομμάτι, να νιώσω ότι μπορεί το σύμπαν μου και ο ψυχισμός μου να το υπηρετήσουν. Μετά αρχίζουν οι ιδέες: Ποιο κομμάτι θα ανοίξει την παράσταση; Ποιο χρειάζομαι μετά; Τι θα ήθελα τώρα να ακούσω αν ήμουν ακροατής; Εφτιαξα μια παράσταση δομημένη, με ροή. Δεν ήταν μια παράσταση με τα γνωστά τραγούδια του απαραίτητα, ήταν μια ιστορία μέσα από αυτόν και από εμένα.
-Από τον Μίκη Θεοδωράκη στον Θάνο Μικρούτσικο, πόσο μεγάλος είναι ο δρόμος;
Πόσο τιμητικός είναι ο δρόμος! Αλλες δυσκολίες έχει να κάνεις έναν δίσκο με έναν εν ζωή σπουδαίο συνθέτη και άλλες δυσκολίες να κάνεις μια ζωντανή παράσταση, χωρίς καθοδήγηση. Το πιο σημαντικό είναι πως άμεσα ή έμμεσα με άφησαν να μπω ως μουσικός και να διασχίσω το σύμπαν τους, κάνοντας ό,τι εγώ πιστεύω. Νιώθω τέτοια ευγνωμοσύνη, είναι στιγμές που περπατώ στον δρόμο και παραμιλώ: «Τι έχω ζήσει, Θεέ μου;».
-Ραντεβού στο κηποθέατρο επομένως...
Ανυπομονούσα να επιστρέψω την παράσταση στην Αθήνα. Στο θέατρο «Ολύμπια» υπήρξε κόσμος που δεν πρόλαβε εισιτήρια, ήταν μια υπόσχεση ότι θα την ανεβάσουμε ξανά. Ηρθε η στιγμή, σε ανοιχτό χώρο αυτή τη φορά.
Από την Εφημερίδα των Συντακτών