Το Trio El Greco μιλάει στο loaded με αφορμή την συναυλία του στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός»
Την Παρασκευή 3 Δεκεμβρίου, το Trio El Greco, θα δώσει μία συναυλία στο Φιλολογικό Σύλλογο «Παρνασσός» με δύο πολύ σημαντικά έργα. Το Trio που δημιουργήθηκε το 2016, θεωρείται από τα πιο ενεργά σύνολα μουσικής δωματίου της Ελλάδας.
Με αφορμή την συναυλία τους, οι μουσικοί του Trio El Greco μιλούν στο loaded.gr για την δημιουργία του σχήματος, πώς προέκυψε η ονομασία αλλά και για το πώς αντιμετωπίζεται η κλασική μουσική στην Ελλάδα.
Στην Αφροδίτη Παπακαλού
Αρχικά, θα θέλαμε να μας πείτε λίγα λόγια για το trio el Greco
Φαίδων Μηλιάδης: Σχηματίσαμε το τρίο πριν από πέντε χρόνια και από τότε έχουμε εμφανιστεί σε πολλές συναυλίες στην Αθήνα αλλά και την υπόλοιπη Ελλάδα. Με την αποχώρηση του Θοδωρή Ιωσηφίδη, από φέτος έχουμε τη χαρά να μοιραζόμαστε τη σκηνή με την Αλεξία Μουζά και σχεδιάζουμε με ενθουσιασμό τα επόμενα βήματα.
Τι ήταν αυτό που σας ένωσε και προχωρήσατε στη δημιουργία του σχήματος;
Φ. Μ.: Η επιθυμία μας να κάνουμε μουσική, να ασχοληθούμε με μεγάλα έργα της κλασικής φιλολογίας και μάλιστα με ανθρώπους που μας συνδέει μία κοινή αισθητική.
Η ονομασία πώς προέκυψε;
Αλέξης Καραϊσκάκης – Νάστος: Οι ονομασίες των συνόλων μουσικής δωματίου, προκύπτουν με διάφορους τρόπους. Παλαιότερα τα κουαρτέτα εγχόρδων έπαιρναν το όνομα του επωνύμου του πρώτου βιολιού και τα τρίο με πιάνο αντιμετωπίζονταν ως τη συνεύρεση τριών σολίστ. Από τα μέσα του 20ου αιώνα ξεκίνησαν να χρησιμοποιούνται ονομασίες σχημάτων μουσικής δωματίου οι οποίες δεν είχαν κάποια σχέση με τους συντελεστές αλλά με ονόματα και έννοιες αναφοράς. Η επιλογή του ονόματος ενός ζωγράφου ή εικαστικού είναι γενικά μία συνήθης πρακτική. Έτσι κι εμείς επιλέξαμε το καλλιτεχνικό όνομα el Greco του Δομήνικου Θεοτοκόπουλου, ενός καλλιτέχνη με βαθιά ελληνικότητα αλλά και με διεθνή ματιά και διεθνές εκτόπισμα.
Στις 3 Δεκεμβρίου, θα βρεθείτε στο Φιλολογικό Σύλλογο “Παρνασσός”. Τι θα παρουσιάσετε;
Α.Κ.Ν.: Στην πρώτη μας εμφάνιση στο Φιλολογικό Σύλλογο Παρνασσός, θα παρουσιάσουμε δύο πολύ σημαντικά έργα της φιλολογίας της μουσικής δωματίου. Το τρίο του Αρχιδούκα έργο 97, του Ludwig van Beethoven σε σι ύφεση μείζονα, και το πρώτο τρίο έργο 63 του Robert Schumann σε ρε ελάσσονα. Και τα δυο έργα έχουν πολλά κοινά μεταξύ τους ως προς τη δομή και την πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης που πραγματεύονται. Ωστόσο, το μουσικό λεξιλόγιο είναι αρκετά ιδιαίτερο σε κάθε περίπτωση και σηματοδοτεί εντελώς διαφορετικές περιόδους του κάθε συνθέτη, την όψιμη περίοδο του Beethoven και την ώριμη περίοδο του Schumann.
Μουσικός σε περίοδο υγειονομικής κρίσης. Πώς το βιώνετε;
Α.Κ.Ν.: Όπως κάθε επαγγελματικός κλάδος έτσι και οι μουσικοί κατά τη διάρκεια της υγειονομικής κρίσης δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα παραπάνω από το να προστατευτούμε τους εαυτούς μας και τους γύρω μας, τηρώντας τους υγειονομικούς κανόνες και ελπίζοντας πως κάθε φορά οι επιπλέον προσπάθειες και θυσίες που κάνουμε όσον αφορά στη ζωή και την τέχνη μας, θα αποδώσουν καρπούς και θα μας οδηγήσουν σε μία νέα μεταπανδημική κανονικότητα. Ο εγκλεισμός που βιώσαμε τον τελευταίο καιρό έδρασε διπλά. Μας έφερε πιο κοντά στην ουσία της μουσικής μας και καλλιτεχνικά αλλά και τεχνικά, δοκιμάζοντας τη σχέση του κάθε μουσικού με την τέχνη του και φέρνοντας στην επιφάνεια την αλήθεια του καθενός μας σε σχέση με αυτήν. Από την άλλη, η απομάκρυνση μας από τους αποδέκτες της τέχνης μας, το ζωντανό κοινό δηλαδή, μας ανάγκασε αφενός να εξερευνήσουμε εναλλακτικούς τρόπους προσέγγισης του, αλλά ταυτόχρονα υπογράμμισε τον πραγματικό του ρόλο στη συναυλιακή πράξη.
Στην Ελλάδα η κλασική μουσική είναι ένα «παρεξηγημένο» είδος;
Αλεξία Μουζά: Σίγουρα, ειδικά από τους νέους. Πολλοί φίλοι μου νεότεροι το βλέπουν σαν κάτι ελιτίστικο, κάτι πιο μακριά τους, κάτι που θέλει γνώσεις να το ακούς και δεν θα το καταλάβουν.
Νομίζω ότι η στάση μερικών φιλόμουσων ή ακόμα και μερικών μουσικών, έχει να κάνει στο να συνεχίζει να υπάρχει αυτή η ιδέα. Μπορεί να υπάρξει ένας «σνομπισμός» που δεν βοηθάει καθόλου στο να έρθει καινούριο και νεαρό κοινό, στο να φύγει αυτό το περίεργο και ανούσιο τείχος.
Κάτι άλλο που νιώθω ότι είναι παρεξηγημένο στην Ελλάδα είναι το να δουλεύεις στη μουσική. Η πιο συνηθισμένη ερώτηση όταν λες πως είσαι μουσικός είναι :"και για δουλειά τι κάνεις;". Θεωρείται χόμπι, σαν κάτι που ξυπνάς κι έχεις έμπνευση και όλα ρέουν από μέσα σου. Δεν συνειδητοποιούν την δουλειά που είναι από πίσω, τις ώρες μελέτης, τα χρόνια εκπαίδευσης, το τι σημαίνει να έχεις ετοιμάσει ένα έργο και να το παρουσιάζεις για πρώτη φορά, να γεμίζεις σιγά σιγά εμπειρία... Μια παρόμοια αίσθηση και συνειδητοποίηση ήρθε με την πανδημία, όπου ακυρώθηκαν συναυλίες και έκλεισαν θέατρα και έμειναν πολλοί μουσικοί να κρέμονται οικονομικά στο κενό εξαιτίας αυτής της ιδέας πως ό, τι κάνουν είναι χόμπι, την οποία νιώσαμε ότι την είχε το ίδιο το κράτος.
Τελικά, η κλασική μουσική απευθύνεται σε όλους;
Α.Μ. Εννοείται! Δεν θα έπρεπε να υπάρχει κανένας διαχωρισμός, κανένα χάσμα. Δεν νομίζω να υπάρχει ηλικία στα έργα. Δεν έχει λόγια, απευθύνεται απευθείας στις αισθήσεις, στο υποσυνείδητο κατά
την γνώμη μου. Μπορεί η ίδια μελωδία να βγάλει σε δυο ανθρώπους διαφορετικού φύλου, προέλευσης και ηλικίας, παρόμοια συναισθήματα. Ή να ξυπνήσει αναμνήσεις αισθήσεων. Το ότι δεν υπάρχει γλώσσα (μιλάω για την οργανική μουσική) την κάνει παγκόσμια.
Δεν υπάρχει η εικόνα, η πραγματικότητα μα μόνο οι ήχοι που αιωρούνται. Μπορεί ο άλλος να μην έχει γνώσεις πάνω της, πολλές φορές όμως αυτά τα άατομα καταλαβαίνουν μέσα από το συναίσθημα τι συμβαίνει και μπορούν να είναι και πολλοί καλοί κριτικοί στο να καταλάβουν αν κάνει κοιλιά το έργο, αν κάπου είναι ψυχρό. Γιατί κατά βάθος αν παίζεις προς το συναίσθημα με έναν ειλικρινή τρόπο, αυτό από μεριάς του δεν γίνεται να μείνει κλειστό.
Εισιτήρια ΕΔΩ