Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του δίσκου «Περιοδεία Εντός», ο Κώστας Λειβαδάς, μιλάει στο loaded.gr
Ο Κώστας Λειβαδάς ανήκει στην κατηγορία των καλλιτεχνών που έχει αγαπηθεί τόσο ως δημιουργός όσο και ως ερμηνευτής. Εδώ και λίγες ημέρες, κυκλοφορεί ο δέκατος προσωπικός του δίσκος με τίτλο «Περιοδεία Εντός» με τη συμμετοχή φίλων και συνεργάτων του.
Με αφορμή την κυκλοφορία του δίσκου, ο Κώστας Λειβαδάς μιλάει στο loaded.gr για τη δημιουργία του album η οποία συνέπεσε με δυσάρεστα γεγονότα για τον ίδιο, για τους συνεργάτες του, για το τραγούδι που έγραψε με αφορμή τη δολοφονία του George Floyd αλλά και για όσα συμβαίνουν στο χώρο του τραγουδιού από την έναρξη της πανδημίας.
Στην Αφροδίτη Παπακαλού
Τι σημαίνει για εσένα «Περιοδεία Εντός»;
Όπως αναφέρω και στο σημείωμα του δίσκου, περιοδεία εντός θα πει αρχίζω πάλι από την αρχή, περνάω μέσα μου ξανά από όλες τις μεγάλες μου αγάπες και εντοπίζω ξανά αυτά που με σημάδεψαν και με διαμόρφωσαν. Άλλοτε όπως τα νιώθω σήμερα, άλλοτε χωρίς να έχει αλλάξει τίποτα, άλλοτε επαναπροσδιορίζοντάς τα. Και μέσα από τους σταθμούς, πόση δύναμη έχει και τι μεγάλη γιορτή γεννάει – μέσα από πληγές και συγκρούσεις – το να βρίσκεις ότι όλες σου οι αγάπες έχουν γίνει μια. Ένα πρόσωπο, μια ταυτότητα, ένας εαυτός… Περιοδεία εντός θα πει σερφάρω μέσα μου ακολουθώντας το πνεύμα των μεγάλων μου ηρώων και των πολύ δικών μου ανθρώπων, στο ποτάμι της μουσικής και του τραγουδιού, εκεί που καμιά εξωτερική συνθήκη δεν μπορεί να με απειλήσει.
Ήταν προφητικός πάντως ο τίτλος…
Όταν ξεκινούσα να κάνω αυτό το δίσκο δεν είχα φανταστεί ότι αυτό το «εντός« θα έπαιρνε και μια άλλη διάσταση, δραματική, που θα είχε να κάνει με την καραντίνα και ότι δεν θα μπορούσαμε να ξαναπαίξουμε live.
Αυτό πάντως που με εντυπωσίασε ήταν ότι η πιο σκοτεινή πλευρά μου αποκάλυψε πολλές πτυχές των τραγουδιών που δεν τις είχα σκεφτεί.
Όπως;
Όπως όταν γράφω στο «Βόηθα με ψυχή», ένα πολύ προσωπικό τραγούδι που μιλάει για κάποιον που προσπαθεί να κάνει μια καινούργια αρχή μετά από μία συντριβή ή μετά από ένα απρόβλεπτο βαθύ πένθος και προσπαθεί να ξαναβρεί τα πατήματά του. Για το συγκεκριμένο τραγούδι παίρνω τα πιο πολλά μηνύματα από τους φίλους μου στη Θεσσαλονίκη που ζουν αυτές τις ταραγμένες ημέρες εξουθενωμένοι από την ανεργία και τον κορωνοϊό.
Όπως στο για «Μια ακόμα ματιά στο λιμάνι» που μιλάω για τη ζωή μου στα Χανιά. Μάλιστα όταν λέει στο στίχο «το ρολόι ψάχνω της αγοράς για να δω τι ώρα πάει και αν υπάρχει ακόμα κόσμος για εμάς», το οποίο ήταν αληθινό γεγονός.
Θα μας το διηγηθείς;
Έμενα στο δωμάτιο του ξενοδοχείου Κύδων που είναι απέναντι από την δημοτική αγορά Χανίων και το ξημέρωμα και ενώ όλες οι συσκευές μου είχαν μείνει από μπαταρία, πράγματι έψαξα να βρω από το παράθυρο το ρολόι που φαινόταν της δημοτικής αγοράς για να δω τι ώρα είναι. Μετά κατάλαβα ότι έλεγα την πιο μεγάλη αλήθεια για τον κλάδο και τον χώρο μας και τη μοναξιά που νιώθει ένας τραγουδοποιός και για το πώς νιώθει πάντα εξόριστος στον ίδιο του τον τόπο όταν δεν ακολουθεί το μεγάλο ποτάμι. Δεν θα μπορούσα να το είχα πει σαφέστερα ακόμη και αν ήθελα να το κάνω επίτηδες «Και’ γω μόνος στο δωμάτιο το ρολόι ψάχνω της αγοράς για να δω τι ώρα πάει και να δω αν υπάρχει ακόμα κόσμος για εμάς».
Μα, αυτό είναι και το χάρισμα που έχουν τα τραγούδια
Όταν αφήνεις να σε πιάσει αυτό στον ύπνο και δεν το εκβιάζεις. Ακόμα και όταν το κοιτάξεις πολλές φορές στα μάτια θα το αφήσεις να κάνει αυτό την πρώτη κίνηση όταν θέλει για να σε βρει. Αυτό με κάνει να αισθάνομαι πολύ καλά γιατί ένα από τα πράγματα που έχω καταλάβει είναι να αφήνεις το τραγούδι με τον καιρό να σου αποκαλύπτει ποιο είναι στην πραγματικότητα το τέλος.
«Ήθελα ένα δίσκο με όλα τα είδη που αγάπησα»
Τι δίσκο ήθελες να κάνεις;
Ήθελα να κάνω ένα δίσκο που να ασχολούμαι με όλα τα είδη του τραγουδιού που αγάπησα και ασχολήθηκα. Το ροκ εντ ρολ και την ενέργειά του, τον ηλεκτρισμό, τις επιρροές από την Κρήτη και το παραδοσιακό τραγούδι, την αγάπη στο λαϊκό όπως την είχε και ο πατέρας μου πολύ και όλο αυτό το χαρμάνι που συνθέτει τα δικά μου τραγούδια και συναδέλφων και που θα αποκαλούσα σύγχρονο τραγούδι σε αυτό το σταυροδρόμι Δύσης και Ανατολής που είναι η Ελλάδα.
Να υποθέσω ότι δεν αποδέχεσαι τον όρο έντεχνο;
Για εμένα είναι φάρσα αυτός ο όρος. Για εμένα είναι σύγχρονο ελληνικό τραγούδι. Τραγούδια που σέβονται ή δεν σέβονται τον εαυτό τους. Το έντεχνο επινοήθηκε για άλλους λόγους από τους μεγάλους συνθέτες του΄60 και οι εταιρείες βρήκαν έναν λόγο να φτιάξουν μια κατηγορία ως αντίπαλο δέος στις ραφιέρες για το λαϊκοπόπ. Είναι κρίμα πια να το συζητάμε με αυτήν την έννοια του τι είναι έντεχνο και τι όχι.
Σε αυτό το album πάντως συναντάς αγαπημένους συνεργάτες και φίλους.
Έγινε ένα προσκλητήριο άλλοτε υποσυνείδητα και άλλοτε συνειδητά σε φίλους μου μουσικούς που από το «Κάθε μπαλκόνι έχει άλλη θέα» μέχρι σήμερα και με είχαν επηρεάσει και ήταν ήρωές μου. Υπάρχουν μέσα οι δύο απροσάρμοστοι του Παύλου Σιδηρόπουλου ο Κυριάκος Δαρίβας και ο Αλέκος Αράπης, ο Φώτης Σιώτας, ο Τιγκράν Σαρκισιάν, ο Γιάννης Παπαναστασίου, ο θρυλικός Τσίκο, ο αγαπημένος μου Οδυσσέας Τσάκαλος με τον οποίο είχαμε κάνει τον πρώτο μου δίσκο «Κάθε Μπαλκόνι έχει άλλη θέα» μαζί, μέχρι πιο πρόσφατους συνεργάτες και φίλους όπως ο Δημήτρης Σιάμπος ο οποίος ενορχήστρωσε και τρία τραγούδια και ο κολλητός λυράρης Ανδρέας Αρβανίτης.
Και φυσικά, μου έκαναν την τιμή να τραγουδήσουν η «αδελφή» μου Ελένη Τσαλιγοπούλου, η αγαπημένη μου Ανδριάνα Μπάμπαλη που έχουμε μεγαλώσει μαζί ο μοναδικός Κώστας Μακεδόνας και ο σπουδαίος bluesman Τάσκος Σκούρας. Εννοείται βέβαια πως οι πολύ μεγάλες μου ευχαριστίες πάνε στον μόνιμο συνεργάτη - ηχολήπτη Δημήτρη Μουρλά και στον Χρήστο Ζορμπά του studio Sierra που για μια ακόμη φορά με βοήθησαν με όλη τους την ψυχή.
Υπάρχει και μια διασκευή όμως μέσα στον δίσκο
Είναι το «Άσπρα θα φορέσω» που έχει την παντοδύναμη φράση του Πυθαγόρα στο ρεφρέν «Όλες μου οι αγάπες έχουν γίνει μια». Και φυσικά την απρόβλεπτη και αξέχαστη μουσική του Γιώργου Κατσαρού.
Πώς προέκυψε το συγκεκριμένο τραγούδι;
Υπήρχε τότε μια εκπομπή στην ΕΡΤ που ήταν το αντίπαλο δέος στις μεταδόσεις των ματς. Τη μητέρα μου και άλλες γυναίκες τις εκνεύριζε όταν επιστρέφαμε τις Κυριακές και ακούγαμε ματς μέσα στο αυτοκίνητο. Υπήρχε λοιπόν η εκπομπή «Τα τραγούδια της παρέας» και έλεγε η φωνή του εκφωνητή «η εκπομπή που συνοδεύει τους κυριακάτικους εκδρομείς στο κλεινόν άστυ». Αυτή η εκπομπή μου είχε κάνει εντύπωση γιατί με όλα αυτά τα τραγούδια συνειδητοποιούσα τη σχέση του Έλληνα με τη χαρμολύπη. Δηλαδή σε μια μελαγχολική επιστροφή εγώ φανταζόμουν ότι κάποιος θα μετέδιδε χαρούμενα τραγούδια για να τονώσει το ηθικό όσων γυρίζουν με σπασμένα φτερά. Αντ’ αυτού όλα τα μινόρε και μελαγχολικά παρότι σπουδαία, θα μπορούσαν να σε κάνουν να πέσεις από την Κακιά Σκάλα γιατί ήταν εκεί μαζεμένα.
Το τραγούδι λοιπόν έχει τη ροκ εν ρολ πλευρά του, αρχίζει με μια ηλεκτρική όπως θα ήταν του Scotty Moore σε ένα κομμάτι του Elvis, αλλά είναι μέσα ο λαϊκός δρόμος, είναι τα πνευστά της Νέας Ορλεάνης, αλλά είναι και η μουσική του Κατσαρού. Όλα ένα.
16 τραγούδια, στην εποχή των singles και των views. Γενναία απόφαση...
Ναι, είναι γενναία απόφαση. Αλλά και το αντίθετο. Δηλαδή τώρα πια όταν φτάνεις στο σημείο για μία έκδοση για εμάς που έχουμε πάνω από 20 χρόνια στο χώρο και αφού η Walnut στήριξε τόσο πολύ το υλικό και το αγάπησε από την αρχή – είχα χρόνια να αισθανθώ το περιβάλλον της υγιούς δισκογραφίας όπως τώρα με τον Καρατζά και τον Σκούρα-, αισθάνθηκα ότι τώρα είναι η ώρα να βγουν όλα τα τραγούδια. Ποιος ξέρει πόσους δίσκους ακόμα θα μπορέσουμε να κάνουμε άνετα;
Πόσο διήρκησε η δημιουργία του δίσκου;
Υπάρχουν τρία – τέσσερα τραγούδια τα οποία για διάφορους λόγους τα κρατούσα χρόνια γιατί ήθελα να αισθανθώ ότι ήταν η στιγμή κατάλληλη αλλά υπήρχε και το ανάλογο περιβάλλον δίσκου. Πολλά από αυτά γράφτηκαν την τελευταία πενταετία και κάποια ακόμη και ένα χρόνο προτού βγει ο δίσκος. Συνολικά από την προπαραγωγή μέχρι την ημέρα που ολοκληρώθηκε, πέρασαν δυόμισι χρόνια.
Ο δίσκος έχει τα λόγια του αγαπητού φίλου μου και εξαιρετικού στιχουργού Κώστα Φασουλά στο «Όσο δεν είμαστε μαζί», ήταν το πρώτο single – ντουέτο που βγήκε με την Ελένη Τσαλιγοπούλου και ακολούθησε το «Σαν το νησί του καθενός». Με την εξαίρεση της διασκευής, εκτός από τον Κώστα Φασουλά, έχω συνεργαστεί σε τρία τραγούδια με την Αγλαΐα Σφήκα. Ο δίσκος βρίσκεται πλέον σε όλα τα φυσικά σημεία πώλησης. Οι αγορές μπορούν να γίνουν μέσω e-shop.
«Ο κατατρεγμός και η κακομεταχείριση κρατάει αιώνες»
«George Floyd». Πότε και πώς γράφτηκε το τραγούδι;
Με την Αγλαΐα Σφήκα ζούμε σχεδόν μαζί καθημερινά. Ήταν τόσο μεγάλο το σοκ της εικόνας του θανάτου του (που εγώ δεν την είδα σε real time) ώστε η Αγλαΐα που την είδε στην ώρα της δεν κοιμήθηκε όλο το βράδυ και το πρωί βρήκα στο τραπέζι τα λόγια του τραγουδιού που είχε γράψει μέσα στη νύχτα.
Είναι προφανές ότι την επόμενη μέρα που είδα τη σκηνή και εγώ, η φρίκη αυτής της βίας μαζί με την αγάπη που έχω χρόνια μέσα μου για τη μουσική προσφορά των αφροαμερικανών και τον κατατρεγμό τους με οδήγησε χωρίς να το καταλάβω σχεδόν να γράψω ένα blues - λαϊκό θρήνο για τον άνθρωπο αυτό που τελικά σημάδεψε αυτήν την εποχή. Το τραγούδι σήμερα που το ακούω εκπλήσσει και εμένα γιατί ενώ είναι ένα blues που κυλάει πραγματικά αβίαστα, έχει πέντε διαφορετικά θέματα και αλλαγές στη σύνθεσή του κάτι που συμβαίνει σπάνια στα blues.
Πιστεύεις ότι συνειδητοποιήσαμε τι ακριβώς συνέβη;
Είναι ένα λεπτό θέμα αυτό. Κάποιος νιώθει ότι περιστατικά σαν του George Floyd συμβαίνουν πολύ μακριά στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού αλλά δεν είναι καθόλου έτσι. Εγώ βλέπω ότι η υπόλοιπη Ευρώπη και μεγάλο μέρος του υπόλοιπου πλανήτη σε όλες τις μεγάλες εκδηλώσεις, πάντα ξεκινάει με το γονάτισμα και το χέρι υψωμένο από την εποχή του Μάρτιν Λούθερ Κινγκ που συμβολίζει τη συμπαράσταση και την ανάγκη για φυλετική δικαιοσύνη και κοινωνική ισότητα.
Όταν διαβάζεις ότι ακόμα και ο Bruce Springsteen σε συνέντευξή του στα τέλη Οκτωβρίου είχε πει για το κίνημα «black lives matter» ότι «δεν είχα καταλάβει τι διαστάσεις είχε πάρει και με έπιασε στον ύπνο και τώρα κατάλαβα πόσους εκφραστές έχει», φαντάσου πόσο μάλλον εμείς εδώ να μπορούμε να το αποκωδικοποιήσουμε και να το διαβάσουμε σωστά. Πάντως, εγώ στέκομαι στο εξής: ότι ο κατατρεγμός αυτών των ανθρώπων και η κακομεταχείριση με όλα αυτά που έφερε μετά, κρατάει αιώνες και εύχομαι να ήταν η τελευταία φορά που είδαμε τέτοιες σκηνές. Όχι άλλη αυτοδικία κατά βούληση στους δρόμους.
Μια «Χαμένη διαδρομή»με τους Υπνοβάτες. Μίλησέ μας για το συγκρότημα
Με τον Κώστα Καββαδία γνωριζόμαστε από το σχολείο, ήταν το πρώτο group που έκανα τα πρώτα μου τραγούδια, στην αρχή αγγλόφωνα είχαμε έδρα μας το γκαράζ του Κώστα στη Νέα Πεντέλη και τον καιρό που ήταν να βγουν τα τέσσερα πρώτα μας τραγούδια διαλύθηκε το group ξαφνικά και τραυματικά για όλους μας.
Για ποιο λόγο;
Σχεδόν για όλους τους λόγους που διαλύονται τα groups. Υποχρεωτική στράτευση, επαγγελματική πίεση από γονείς και μια γυναίκα που όταν μπαίνει ανάμεσα τα διαλύει όλα…
Παρόλο που σκορπίσαμε στα τέσσερα σημεία του ορίζοντας μετά τη διάλυση το «στοιχειωμένο» αυτό υλικό ήταν για όλους μας ένας χρησμός που δεν εκπληρώθηκε ποτέ. Πιο πολύ σε εμένα και στον Καββαδία. Έτσι, όταν ξαναβρεθήκαμε μετά από χρόνια και βρήκαμε το αρχείο πιάσαμε το νήμα από την αρχή και έτσι γεννήθηκε ο δίσκος «Χαμένη διαδρομή» που ήταν να κυκλοφορήσει το 1992 και κυκλοφόρησε το 2017. Φυσικά εδώ πρέπει να τονίσω ότι τα τελευταία χρόνια συνεργαζόμαστε αδιάλειπτα με τον Καββαδία και στην παραγωγή των δικών μου τραγουδιών και χωρίς αυτόν δεν θα μπορούσα ποτέ να είχα κουβαλήσει το μεγαλύτερο μέρος του δίσκου «Περιοδεία Εντός» μόνος μου.
«Το κράτος έπρεπε να είναι από την αρχή πολύ πιο ευαίσθητο»
Ο κλάδος των καλλιτεχνών δέχθηκε ένα τεράστιο πλήγμα από την πανδημία του κορωνοϊού. Πώς το βίωσες όλο αυτό;
Αρχικά θα ήθελα να πω ότι ο κόσμος έχει τελείως μια διαφορετική εντύπωση για τα οικονομικά των καλλιτεχνών και το πόσο εύποροι είναι, αν εξαιρέσεις φυσικά κάποιους mega star της πίστας αλλά και κάποιους μύθους της δικής μας πλευράς.
Ή μπορεί να επηρεάζεται που ακούει για επιχορηγήσεις και για κάποιους ανθρώπους που πάντα είναι μέσα σε αυτές. Όμως η αλήθεια για τους περισσότερους είναι ότι τη βγάζουν πολύ δύσκολα.
Εδώ, σε μια τόσο μικρή αγορά αναγκαστήκαμε για να επιβιώσουμε να πέσουμε σε μια αναγκαστική λούμπα. Εθιστήκαμε σε συνθήκες εργασίας που δεν μας άξιζαν, σε αμοιβές που δεν μας άξιζαν, φοβισμένοι, κυνηγημένοι και υπερφορολογημένοι και πάλι καλά λέγαμε και κάναμε και το σταυρό μας.
Αυτή εδώ ήταν και είναι φυσικά μια ευκαιρία να εξυγιανθεί ταυτόχρονα ο χώρος, το πλαίσιο να γίνει πιο οργανωμένο σαν αυτό που αξίζουμε και πιο οριοθετημένες οι συνθήκες.
Αλλά βέβαια για να γίνει αντιληπτή αυτή η κατάσταση πρέπει κανείς να δει συνολικά όλη την δεκαετία που μας πέρασε... Πριν και παράλληλα με την κρίση, τα μνημόνια, την υπερφορολόγηση και πολλά πολλά αλλά μέσα στην ατελείωτη γραφειοκρατία μας η δισκογραφία είχε καταφέρει να είναι πια ανύπαρκτη, η αγορά τέχνης να απαξιωθεί πλήρως από ένα κεκτημένο δωρεάν παντού, στα πνευματικά δικαιώματα έγινε μπάχαλο και τώρα μετά από πολλά χρόνια πάει να μπει αληθινά μια καινούργια βάση και φυσικά όταν έσκασε η βόμβα ΑΕΠΙ χάθηκαν κόποι και δικαιώματα ζωής.
Όπως και να ‘χει, το κράτος έπρεπε να είναι από την αρχή πολύ πολύ πιο ευαίσθητο με αυτό που δημιουργήθηκε και να μην έχει αυτιά μόνο για τη φερόμενη ελίτ του Πολιτισμού.
Γίνονται βέβαια ενέργειες από τα συλλογικά σας όργανα
Φυσικά και γίνονται και τώρα προσπαθούν να ξαναγίνουν, όμως φοβάμαι πως συνέχεια σκοντάφτουν σε μικροκομματικά συμφέροντα, οικονομικά συμφέροντα σε εγωισμούς, σε ό, τι μπορεί να βάλει το μυαλό σου. Ήταν μια εποχή ζυμώσεων και διαλόγου και ευτυχώς τουλάχιστον έπεσαν κάποιες μάσκες για πάντα όσο επώδυνο και αν είναι να επιβεβαιώνεις φόβους και σκέψεις χρόνων. Στην αρχή αυτής της περιπέτειας η λογική που είχα εγώ και πολλοί συνάδελφου ήταν η εξής: Αν υπάρχει πανδημία λοιπόν και πρέπει να παραμείνουν όλα κλειστά και να μην υπάρχει λειτουργία του κλάδου τότε ας μείνουν όλα κλειστά και ας έχουμε στήριξη και βοήθεια συγκεκριμένη και μηνιαία που να οδηγεί σε μια βιώσιμη ζωή. Μπορεί βέβαια να μην είμαστε Γερμάνια ή Αγγλία στην οικονομία μας αλλά πάντως γρήγορα και ανθρώπινα αντανακλαστικά μπορούσαμε να έχουμε. Μετά, το κράτος άρχισε να ρωτάει και να φτιάχνει το μητρώο καλλιτεχνών για να καταλάβει «ποιοι είναι φανεροί και ποιοι όχι». Χάθηκε τόσο πολύς χρόνος και γιατί άραγε έπρεπε να φτάσουμε εδώ για να δημιουργηθεί μητρώο;
Ήταν σαν να ανακαλύψαμε την Αμερική σε ένα μήνα!Επανέρχομαι λοιπόν στο εξής: Όταν άρχισε να εξετάζεται η άποψη πως οκ αν είναι να είναι κλειστά όλα, να μην υπάρχουν παραστάσεις και συναυλίες και έλα να βρούμε τους τρόπους της επιμέρους ενίσχυσης που χρειάζεται ,άρχισαν πάρα πολλοί συνάδελφοι (για διαφορετικούς λόγους ο καθένας ) να γκρινιάζουν επειδή ήθελαν να κάνουν παραστάσεις.
Δημιουργήθηκε αυτή η αντίφαση λοιπόν να θέλουμε και ενίσχυση αλλά και παραστάσεις μαζί και να πώς προέκυψε η καυτή πατάτα στα χέρια μας και οι μεσοβέζικες φλου αρτιστίκ λύσεις. Και σχεδόν όλα από αυτά τα θεάματα βέβαια, στην πραγματικότητα, μπήκαν και μέσα οικονομικά με όλους τους πιθανούς τρόπους.
Και άλλος χρόνος λοιπόν χαμένος αντί να έχουμε μια κοινή γραμμή. Για το ποιοι δε (με ελάχιστες εξαιρέσεις) έχουν ανακατευτεί σε χίλια μέτωπα τον τελευταίο καιρό σε συνδικαλοεκπροσώπους και προεδρεία και όλο αυτό το «σκυλοφάγωμα», έχω παρά πολύ μεγάλες επιφυλάξεις για το προς τα πού και γιατί οδήγησαν στην επιβράδυνση κάποιων λύσεων και αν άξιζε τον κόπο.
Αυτό που θα ήθελα να πω είναι ότι οι συνάδελφοί μου πρέπει να εμπιστευθούν το μητρώο και να εγγραφούν, έτσι ώστε να μη χάνουν τα βοηθήματα. Γιατί προς μεγάλη μου έκπληξη διαπίστωσα ότι χιλιάδες συνάδελφοι δεν έχουν εγγραφεί και θα ταλαιπωρηθούν και άλλο.
Το καλοκαίρι κατάφερες να κάνεις και κάποιες συναυλίες...
Τις οποίες δεν θα ξεχάσω ποτέ στη ζωή μου, τα μέτρα τηρήθηκαν σε απίστευτο βαθμό, η προσέλευση ήταν ευλαβική και ήταν τα καλύτερα ακροατήρια που είχα ποτέ, άκουσα πιο βαθιά τη φωνή μου από ποτέ σε αυτές τις επτά συναυλίες, πραγματικά μια πολύ διαφορετική συγκίνηση, είχαν κάτι πολύ διαφορετικό και στην αγωγή και στη δραματικότητα. Έφτασα από την Ορεστιάδα ως την Ιεράπετρα. Βέβαια αν και οι τοπικοί άρχοντες και οι μερακλήδες εθελοντές επέμεναν στη σημασία της τήρησης μέτρων, ο κόσμος είχε χαθεί τελείως στο ξέσπασμα του καλοκαιριού.
Τέλος πάντων για να επανέλθω και στις δυο ερωτήσεις,ναι πέρασα και περνώ πολύ δύσκολα και μαζί με το πένθος είχα πολλά δύσκολα μέτωπα να διαχειριστώ.
Σε ό, τι αφορά στα ψυχολογικά, τα τραγούδια και ο δίσκος και το θέατρο με κράτησαν αλλά και η επικοινωνία με τον κόσμο και φυσικά πάνω απ΄όλα οι πολύ δικοί μου άνθρωποι.
Στα οικονομικά τώρα, αισθάνομαι ότι το τελευταίο δίμηνο άρχισε πολύ καθυστερημένα να γίνεται κάτι και το τοπίο να γίνεται ελαφρά πιο υποφερτό για κάποιους. Δηλαδή, υπάρχουν τρόποι, επιδόματα, οι επιστρεπτέες και ειδικές αποζημιώσεις για να γίνει λίγο πιο υποφερτή αυτή η απελπιστική κατάσταση. Αλλά η ουσία και η πραγματικότητα δεν αλλάζει. Η πολιτεία άργησε να έχει αντανακλαστικά, αργήσαμε και εμείς να αποφασίσουμε τι ακριβώς θέλουμε και με όλες αυτές τις συγκρούσεις που προανέφερα, έχουμε έρθει σε μια πρωτοφανή κατάσταση. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι και ο δίσκος που βγάζω εγώ τώρα θα έπρεπε να είχε πάνω τη βούλα «support art workers» γιατί εγώ ξέρω τι σήμαινε αυτό μέχρι να κάνω τον δίσκο. Και ο καθένας που έχει κάνει κάτι ανάλογο, αυτούς τους μήνες.
Νομίζω και θα το ξαναπώ ότι όλο αυτό το πράγμα είναι τρομερό. Γραφειοκρατία, πολυφωνία, διχόνοια, καμία αίσθηση «Union» η μόνιμη κατάρα του ποιος θα καπελώσει ποιον και πολύ αργά αντανακλαστικά.
Έχω την αίσθηση ότι το τελευταίο δίμηνο κάτι έγινε σε κάποια κλίμακα αλλά επιμένω ότι αυτό έπρεπε να είχε γίνει από την αρχή.
«Παίρνω δύναμη από τα τραγούδια»
Πώς περνάς τις ημέρες της δεύτερης καραντίνας;
Εδώ υπάρχει το παράδοξο, περνώ χειρότερα από την πρώτη. Και νομίζω ότι στην πρώτη παρότι είχα και το πένθος πιο νωπό από τον θάνατο της μητέρας μου και του θείου μου, επειδή ηχογραφούσα το δίσκο και έκανα μουσική για το θέατρο ήταν όλα πολύ διαφορετικά. Κάποιοι δε, το είχαν δει απλά και σαν ένα διάλειμμα από τους φρενήρεις ρυθμούς. Είμαστε όλοι πολύ πιο εξουθενωμένοι, πιο εξαντλημένοι πιο σκεπτικοί πια. Η βόρεια Ελλάδα βρίσκεται σε μια δραματική κατάσταση. Εγώ επειδή μένω στην Πεντέλη, έχω μια ευχέρεια και μια ψευδαίσθηση ότι εδώ είναι όλα ανοιχτά, είμαστε μόνοι μας, σπάνια συναντάς κάποιον. Παίρνω δύναμη από τα τραγούδια που προηγήθηκαν προτού βγει ο δίσκος και φυσικά από δικά μου κομμάτια που έχουν σημαδέψει την πορεία μου όπως είναι «Η επιμονή σου» ή τα «Παιδιά των δρόμων» και όλα όσα εκφράζουν ακόμα τον κόσμο αυτές τις σκοτεινές μέρες και έχουν μέσα τους φως.
Επίσης, με αυτόν τον δίσκο(και για αυτό τελικά χάρηκα που βγήκε τώρα, ήθελα να κάνω αυτό που έκαναν σε εμένα τα αγαπημένα μου τραγούδια τις πιο κρίσιμες και «σκοτεινές» μου ώρες καθώς μεγάλωνα. Δηλαδή, να κρατήσουν συντροφιά και να δώσουν δύναμη και φως και διάλογο και διάθεση για πίστη. Έχω πει πολλές φορές ότι τους αγαπημένους μου τραγουδοποιούς και συγγραφείς τους συγκαταλέγω πάντα στους καλυτέρους μου φίλους.
Ο έρωτας χάνει;
Ναι, νομίζω καμιά φορά πως μπορεί να νοιώσει μια αίσθηση ήττας ακόμα και αυτό το «τέρας» το φτερωτό, ο ύπουλος αυτός θεός που τελειώνει τη δουλειά του όταν φύγει το βέλος από το τόξο του και από κει και πέρα δεν σε ξέρω δεν σε είδα. Υπάρχουν φορές που μετά το πρώτο φιλί όλα οδηγούν σε μια ατελείωτη κατηφόρα αλλά είναι και μερικές εξαιρετικές στιγμές (πόσο πολύ τις ποθούμε όλοι ομολογημένα και ανομολόγητα) που με αυτή τη μεγαλειώδη λειτουργία του ο έρωτας επιμηκύνει το χρόνο και αλλάζει σχήμα στον κόσμο και χρώμα στη φύση και μπορεί να διπλασιάζει και να τριπλασιάζει τις διαστάσεις και τα διαστήματα.
Όταν λοιπόν τέτοιες μεγάλες συναντήσεις πάθους χαθούν ή καούν σωστότερα μέσα στην έντασή, του και στο παρανάλωμα που γίνεται, ε ναι κατά κάποιο τρόπο ακόμη και ο ίδιος ο έρωτας μπορεί να πληγωθεί βλέποντας συντρίμμια που δημιούργησε.
Ο δίσκος του Κώστα Λειβαδά, κυκλοφορεί από την Walnut Entertainment