Που θα παρουσιαστεί στις 8, 15 και 22 Μαρτίου για τα 80 χρόνια της Εθνικής Λυρικής Σκηνής
Η Πάπισσα Ιωάννα, είναι παραγγελία της Εθνικής Λυρικής Σκηνής στον συνθέτη Γιώργο Βασιλαντωνάκη για τον εορτασμό των 80 χρόνων του οργανισμού, έρχεται, 154 χρόνια μετά την κυκλοφορία του «αντιχριστιανικού και κακοήθους» μυθιστορήματος του Εμμανουήλ Ροΐδη.
Το συγκλονιστικό έργο του Ροΐδη, το οποίο κατακρίθηκε σφόδρα στην εποχή του λόγω της δριμείας κριτικής που ασκούσε στους εκπροσώπους και τις πρακτικές της εκκλησίας, επελέγη όχι μόνο λόγω της εντελώς ιδιαίτερης θέσης του στη νεοελληνική λογοτεχνία, αλλά και για την εντυπωσιακά οπερατική δομή του.
Έχει ως κέντρο του έναν χαρακτήρα η διαδρομή του οποίου ξεπερνά τα ανθρώπινα όρια και μπορεί να αποτελέσει το ιδανικό υλικό για μια εμβληματική οπερατική ηρωίδα. «Ωραία ως άνθος του λειμώνος, σοφή ως βίβλος του Ινκμάρου, πανούργος ως αλώπηξ». Με αυτά τα λόγια περιγράφει ο Ροΐδης την πρωταγωνίστρια ηρωίδα του, της οποίας τον βίο παρακολουθεί από τη στιγμή της γέννησής της έως τον ατιμωτικό θάνατό της.
Παράλληλα, οι άγριες σκηνές πλήθους, οι έντονα φορτισμένες συναισθηματικά καταστάσεις, αλλά και το φιλοσοφικό και ιστορικό υλικό, προσφέρουν μια ιδανική αφετηρία για ένα πολύ ενδιαφέρον λιμπρέτο.
Ο Γιώργος Βασιλαντωνάκης συνέθεσε την Πάπισσα Ιωάννα μέσα σε διάστημα περίπου δύο ετών. Το έργο αποτελείται από δύο πράξεις και χωρίζεται σε δεκαπέντε σκηνές. Ο βραβευμένος συνθέτης σημειώνει: «Ένα από τα πλέον σημαντικά και αμφιλεγόμενα έργα της ελληνικής λογοτεχνίας βρίσκει, μέσω της χαρισματικής μεταγραφής του Βαγγέλη Χατζηγιαννίδη, τη θέση του στο σύγχρονο ελληνικό λυρικό ρεπερτόριο. Σκοπός μου ήταν να σκιαγραφήσω ένα ατίθασο και ασυμβίβαστο πνεύμα, μια φιγούρα τραγική και ρομαντική συνάμα, που συνεχώς μεταλλάσσεται, φθείρεται και επαναπροσδιορίζεται ενάντια σε όλα, μέχρι τελικής πτώσεως. Η ηρωίδα ελίσσεται σε δυο μουσικά σύμπαντα. Το πρώτο αφουγκράζεται το ιστορικό και γεωγραφικό πλαίσιο του έργου, λειτουργώντας “περιγραφικά”. Το δεύτερο επεμβαίνει με τρόπο ψυχολογικό, συναισθηματικό, πνευματικό αλλά και υπόγειο, αφαιρετικό και υπερβατικό, αντηχώντας ενίοτε και τη φωνή του Ροΐδη. Οι δύο αυτοί μουσικοί κόσμοι άλλοτε λειτουργούν αυτόνομα, άλλοτε συνυπάρχουν ή συγκρούονται. Η συνθετική προσέγγιση είναι σύγχρονη, ελεύθερη και ανοιχτή σε μουσικά στοιχεία, τεχνικές και διαδικασίες που δεν περιορίζονται χρονικά ή τεχνοτροπικά. Ξεκινάει από ήχους που λειτουργούν αφηγηματικά και στη συνέχεια αποκτούν μουσικά δομική υπόσταση ως πηγές αρμονικού και ηχοχρωματικού υλικού, χτίζοντας μια παράλληλη μουσική αφήγηση που υπηρετεί και εξελίσσεται μαζί με τον εσωτερικό κόσμο των χαρακτήρων και τη δραματική δομή».
Περισσότερα ΕΔΩ