Η Δαιμονία Νύμφη- το συγκρότημα που σαρώνει με τις αρχαίες λύρες και έργα του έχουν συμπεριληφθεί στη συλλογή της Εθνικής Βρετανικής Βιβλιοθήκης, μιλά στο loaded.gr με αφορμή τις δύο συναυλίες που θα δώσει σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη.
Στην Αφροδίτη Παπακαλού
Πώς γεννήθηκε η ιδέα για τη Δαιμονία Νύμφη;
Η Δαιμονία Νύμφη γεννήθηκε μέσα από την αναζήτηση ενός προσωπικού ύφους. Δεν θέλαμε να μιμηθούμε τα ακούσματά μας, θέλαμε να βρούμε το δικό μας ήχο. Ταυτόχρονα υπήρχε μια αγάπη για τον κόσμο της αρχαίας ελληνικής τέχνης και κυρίως για τη γλυπτική και την αρχιτεκτονική της αρχαϊκής και κλασσικής εποχής. Έτσι, ξεκίνησε μια αναζήτηση για τον αρχαίο ήχο, η οποία μας ενέπνευσε να δημιουργήσουμε το δικό μας κόσμο.
Σε ποιο είδος θα κατατάσσατε τη μουσική σας;
Δυσκολεύομαι να την κατατάξω σε κάποιο συγκεκριμένο είδος. Θα έλεγα ότι είναι μια μουσική άλλοτε θεατρική κι άλλοτε κινηματογραφική, με επιρροές από τη ροκ αλλά και την παραδοσιακή μουσική της Βαλκανικής χερσονήσου γενικότερα, που χρησιμοποιεί όργανα ακουστικά, αντίγραφα αρχαίων ελληνικών και παραδοσιακά. Mε σύγχρονους μουσικούς όρους. Η μουσική μας έχει, δηλαδή, στοιχεία μουσικής rock, ethnic και folk.
Στις συνθέσεις και τις συναυλίες σας χρησιμοποιείτε «αρχαία» μουσικά όργανα. Κατ’ αρχάς, θα ήθελα να ρωτήσω πώς καταλήξατε στον ήχο που αυτά τα όργανα θα παράγουν;
Η παραγωγή του ήχου είναι περισσότερο θέμα κατασκευαστικό και απασχόλησε πάρα πολύ τον Νίκο Μπρα , ο οποίος ξόδεψε ατελείωτα χρόνια για να βελτιώσει οποιεσδήποτε αδυναμίες στον ήχο των αρχαίων οργάνων. Αυτό που εμάς μας απασχόλησε ιδιαίτερα ήταν κυρίως ο ρόλος των οργάνων αυτών στη μουσική μας. Φυσικά περάσαμε και μια περίοδο που ασχοληθήκαμε με την τεχνική παιξίματος τους. Επίσης, δοκιμάσαμε διάφορους συνδυασμούς οργάνων και διάφορες “κλίμακες” για να καταλήξουμε στη σημερινή μας σχέση με τα όργανα αυτά, που είναι πιο ελεύθερη και δημιουργική.
Σε δεύτερο επίπεδο, όσον αφορά στη σύνθεση, πώς «δένει» ο ήχος των αρχαίων οργάνων με τις πιο σύγχρονες ενορχηστρώσεις;
Στο στούντιο, κατά τη διάρκεια των ηχογραφήσεων, δεν έχουμε κανέναν περιορισμό και μάλιστα ο ήχος των αρχαίων οργάνων πολλές φορές είναι αυτός που “δένει” τα κομμάτια. Στις ζωντανές εμφανίσεις υπάρχουν περισσότεροι περιορισμοί, λόγω της ιδιαιτερότητας των οργάνων, τα οποία για παράδειγμα είναι δύσκολο να καλωδιωθούν και να ανταγωνιστούν τα τύμπανα. Θεωρούμε, όμως, ότι με σεβασμό προς αυτές τις ιδιαιτερότητες αλλά και προς τα κομμάτια, έχουμε πια βρει τις ισορροπίες.
Πώς θα χαρακτηρίζατε τις συναυλίες σας; Και το ρωτάω, γιατί έχουμε δει χαρακτηρισμούς όπως «βακχικές», «τελετουργικές» κλπ.
Προσωπικά αγαπώ αυτούς τους χαρακτηρισμούς και τους αποδέχομαι, ωστόσο κάθε ακροατής και θεατής το βιώνει διαφορετικά.
Σας «προβλημάτισε» το γεγονός ότι στα πρώτα σας βήματα σας υποστήριξαν ΜΜΕ που σχετίζονταν κυρίως με το heavy metal;
Όχι, καθόλου. Εξάλλου είναι γεγονός ότι στο χώρο του metal/rock υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι ακροατών που «ψάχνεται» πολύ μουσικά, που ξεφεύγει από το mainstream και που είναι ανοιχτό σε διαφορετικά ακούσματα. Αυτός πιστεύω είναι και ο λόγος που ορισμένα ΜΜΕ μας υποστήριξαν και τους ευχαριστούμε γι΄ αυτό.
Για να κλείσουμε, τι θα δούμε στο live σας στο Piraeus 117 Academy στις 8 Φεβρουαρίου;
Διανύουμε ακόμη την περίοδο της “ζύμωσης” κι έτσι δεν μπορώ να αποκαλύψω πολλά. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι το κοινό θα ακούσει τόσο παλαιότερα κομμάτια όσο και καινούρια, που συνθέτουμε αυτήν την περίοδο. Έχουμε επίσης και δύο νέους συνεργάτες, οι οποίοι εκτός από το ότι είναι εξαιρετικοί ο καθένας στον τομέα του, έχουν προσθέσει κάποια στοιχεία που από καιρό αναζητούσαμε, τόσο μουσικά όσο και θεατρικά.
Περισσότερα για το live ΕΔΩ: