Περπατώντας αρκετές ώρες στην πόλη της Κέρκυρας σκέφτηκα πως η εκτός σεζόν, εικόνα της είναι όμορφη και ανθρώπινη...
Eχει ένα υπέροχο μουσικό τμήμα στο Πανεπιστήμιο της, μαθητές και ήσυχους μάγους σε καθαρές αίθουσες, πεταλούδες παρτιτούρες παντού και κύματα να σκάνε δίπλα στους αυτοσχεδιασμούς απο τα ανοιχτά παράθυρα της σχολής.
Τη μέρα που αποδέχτηκα με χαρά την πρόσκληση για να παρακολουθήσω στην Κέρκυρα το φεστιβάλ Corfu Jazz World, δεν ήξερα πως κατά τη διάρκεια της 4ημερης επίσκεψής μου στο νησί θα προέκυπταν ταυτόχρονα, θέματα παιδικών αναμνήσεων, συγκίνησης, στεναχώριας, θρησκευτικής αναδόμησης εν μέσω σκηνωμάτων και μια τρισδιάστατη μουσική πραγματικότητα που όμοιά της δεν έχω ξαναζήσει επί ελληνικού εδάφους.
Το πρόβλημα προέκυψε κατόπιν εορτής, όταν έπρεπε να (περι)γράψω στο χαρτί όλα τα παραπάνω στο περίπου, γιατί στην πραγματικότητα αν δεν ζήσεις τους όγκους των ήχων στα υγρά κτίρια και την απήχηση του χρόνου στην καθημερινότητα των μουσικών της Κέρκυρας, ό,τι και να διαβάσεις, οτιδήποτε και να σου πουν, μοιάζει με φτηνό υπονοούμενο σε χρόνο αόριστο.
Στην παραπάνω (κυριολεκτική) τούρτα, τα κερασάκια ήταν πολλά. Καταρχάς ξεκίνησα την ημέρα των γενεθλίων μου με τις ψαλμωδιές μιας Ρώσικης χορωδίας μέσα στο Ναό της Αγίας Θεοδώρας της Αυγούστας με το ακέφαλο σκήνωμά της, σχεδόν, σε κοινή θέα να με δείχνει με τα χέρια της. Στη συνέχεια, για να έρθω στα ίσα μου όσον αφορά στο ύφος της αιωνιότητας που προτιμώ ν᾽απαθανατίζω, αποφάσισα να κατασκοπεύσω, εν αγνοία του, έναν φοιτητή του τμήματος Jazz του Ιονίου Πανεπιστημίου και άρχισα να φωτογραφίζω σε burst mode την πλάτη του υπό το βάρος του κοντραμπάσου που κουβαλούσε.
(Photo:Kafka)
Το όργανο προοριζόταν για τον Riccardo Del Fra που βρισκόταν ήδη μέσα στην κόκκινη αποχρώσεων αίθουσα της Ακαδημίας, ο δε χώρος μου θύμισε το Ronnie Scott’s -τρέχα γύρευε γιατί, αλλά όπως θα μάθαινα αργότερα ο Ιταλός μουσικός είχε παίξει πολλές φορές στον Λονδρέζικο ναό. Στο δια ταύτα και επί επτανησιακού εδάφους, ο Riccardo θα εξηγούσε σ΄ενα σεμινάριο-ποταμό, τη ζωή του αγκαλιά με το κοντραμπάσο, την αντοχή της συνεργασίας του με τον Chet Baker, το πώς η μουσική εξελίσσεται από μέσα προς τα έξω, γιατί ο Al Morgan ήταν ο πιο απίθανος μπασίστας όλων των εποχών, τι σημαίνει η μυθιστορηματική αναλογία μιας ζωής μέσα στον ήχο: παράγωγο ενός ψυχισμού που τον έκανε να αισθάνεται σαν ήρωας βιβλίου του Kerouac σε Rive Gauche εποχή.
Όταν τελείωσε ο μεθυστικός του μονόλογος αισθανόμουν πως θα έπρεπε κανονικά να περάσουμε όλοι από αλκοτέστ πριν ξεχυθούμε ως πεζά, μισότυφλα ζόμπι, στον μεσημεριανό, καυτό ήλιο της Κέρκυρας.
(Riccardo Del Fra, Photo: Νίκος Μουστάκας)
Aλλά το έργο είχε και συνέχεια...πάντα έχει. Λίγο πριν βγω από το κτίριο προέκυψε η χαριστική βολή, μια ντελιριακή κουβέντα-σφηνάκι με το Γιώργο Κοντραφούρη για το “freak show” της βιρτουόζικης κατάρας, από τα πλοκάμια δάχτυλα του Rachmaninoff, μέχρι τον αυτοτραυματισμό που επίτηδες προκάλεσε στο δεξί του χέρι, ένας από τους σπουδαιότερους πιανίστες όλων των εποχών, ο Alexander Scriabin.
Κάπου εκεί κατάλαβα πως είχε έρθει ή ώρα για βουτιά με το κεφάλι στη θάλασσα, επίσης είχα κουβαλήσει μαζί μου από την Αθήνα το τούβλο βιβλίο του Herman Melville και είχα υποσχεθεί στον εαυτό μου πως θα ξαναδιαβάσω το Moby Dick μετά από χρόνια, στα φετινά μου γενέθλια δίπλα σε παφλασμούς. Αν αγνοήσω τα κλασσικά εικονογραφημένα της Κέρκυρας στην εικόνα της παρέας των μεθυσμένων άγγλων με τις μπύρες στις πλαστικές σακούλες που απλώθηκαν δίπλα μου, κατά μια περίεργη αναλογία η εμφάνιση του Riccardo Del Fra το προηγούμενο βράδυ με το project του Moving People, μου θύμισε μια φράση του βιβλίου...A noble craft, but somehow a most melancholy…
(Δήμος Δημητριάδης Photo: Νίκος Μουστάκας)
Και τότε σκέφτηκα κάτι που είχε πει ο Διευθυντής Σπουδών Jazz του Ιονίου Πανεπιστημίου, ο σαξοφωνίστας Δήμος Δημητριάδης. “Πολύ συχνά τη jazz τη διαλέγουμε όσοι δε θέλουμε να είμαστε μόνοι”. Νομίζω εκείνη τη στιγμή κατάλαβα πως οι ποικίλες δραστηριότητες της Σχολής, είναι ένα πολύ σημαντικό κεφάλαιο στον τόμο της Ελληνικής Jazz. Κάτι που ο Δήμος, μαζί με τους συναδέλφους του στήνει και συντηρεί αθόρυβα, όλα αυτά τα χρόνια στην Κέρκυρα. Πρόκειται για μια συνεργατική μουσική ιστορία, για το χτίσιμο της κοινότητας και τη διατήρηση μιας οικογένειας που αποτελείται από συμπαίκτες και συνακροατές για όλες τις εποχές του χρόνου, στις εύκολες και τις ακόμα πιο δύσκολες στιγμές. Σαν μια αυστηρή λέσχη με το έναυσμα της αναμέτρησης, με απροσδιόριστες γραμμές σε επίπεδο σεβασμού, καθώς όλοι, είναι εν δυνάμει μαθητές και δάσκαλοι ταυτόχρονα.
Σε κουβέντα που είχαμε μεταξύ τυρού και αχλαδιού με το Γιώργο Κοντραφούρη, επίσης καθηγητή στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο, του έλεγα πως ναι μεν η jazz δεν αποτελεί τη δημοφιλέστερη επιλόγή των Ελλήνων, αλλά η σκηνή βγήκε αλώβητη και πιο δυνατή απο την κρίση των τελευταίων ετών. Για να μου απαντήσει πως έχω απόλυτο δίκιο και να συμπληρώσει, “είμαστε κοινωνικοί άνθρωποι, κάνουμε τη δουλειά μας, διαβάζουμε, παίζουμε, μοιραζόμαστε, συγκινούμαστε, είμαστε φορμαρισμένοι χαμαιλέοντες σε επίπεδο κατάρτισης, τι περισσότερο χρειάζεσαι για να επιβιώσεις σε δύσκολες εποχές;” Η αλήθεια είναι πως δεν περίμενα ν᾽ακούσω κάτι λιγότερο απο έναν άνθρωπο που όσοι έχουν περάσει απο τα δάχτυλά του, τον αποκαλούν και δικαίως, “o Aγιος Κοντραφούρης”. Αν μη τι άλλο ανακάλυψα πως είμαστε συγγενείς εξ αγχιστείας, οπότε έχω αρχίσει και σκέφτομαι σοβαρά να τον κάνω εικόνισμα στο σπίτι μου για πολλούς και διάφορους λόγους.
“..δώστε βάση στο μοναδικό 3/4 του Thelonius Monk, το Ugly Beauty και μετά ελάτε να το ξανακουβεντιάσουμε”. O Γιώργος Κοντραφούρης με φοιτητές της Σχολής. (photo:Kafka)
Την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στην Κέρκυρα, πήγα κατευθείαν στο χώρο που έκανε soundcheck το σχήμα Flying Jazz Trio, ενός σπουδαίου έλληνα κιθαρίστα, συνθέτη κι επίσης καθηγητή στη σχολή απο το 2007, του Στέφανου Ανδρεάδη. Ανάμεσα στα όσα άκουσα να παίζει και είπαμε, κράτησα αυτό που παρατήρησα βλέποντάς τον. Ο αυτοσχεδιασμός είναι μεγάλη ευθύνη όταν είσαι πολύτεκνος σε όλα σου. Όπως μου είπε ένας μαθητής του που θέλησε να διατηρήσει την ανωνυμία του, προφανώς για να μη θεωρηθεί γλείφτης, “ο Στέφανος με βοήθησε να καταλάβω πως τον ίδιο εαυτό κουβαλάς, πάνω και κάτω απο τη σκηνή”.
(Στέφανος Ανδρεάδης, Photo:Νίκος Μουστάκας)
Aυτό όμως είναι ένα γενικότερο μάθημα και μάλλον το πιο απαιτητικό που διδάσκεται στη σχολή. Λειτουργεί ως χάρτης πλοήγησης, για τους επισκέπτες, για τα παιδιά που έρχονται, για τους τελειόφοιτους που φεύγουν και επιστρέφουν. Όπως στην περίπτωση των The Next Step Quintet. Ίσως, το μεγαλύτερο success story μπάντας, αποφοίτων της σχολής, αλλά με βεβαιότητα τα πιο ωραία βλέμματα περηφάνιας και θαυμασμού που έσκασαν στα πρόσωπα των νέων φοιτητών προς τις "παλιές καραβάνες". Δεν διάλεξα τυχαία την παρακάτω φωτογραφία που τράβηξα από το live των παιδιών. Το χρώμα της μου θυμίζει μέχρι αυτή τη στιγμή που γράφω, τη μουσική νοημοσύνη, την αντίληψη του βάθους και της κίνησης στο σώμα ενός μουσικού μέσα στον φυσικό του χώρο. Την Κέρκυρα.
Όσον αφορά στις ακόμα παλιότερες καραβάνες, δε θα σταθώ στην εμφάνιση του David Lynch και του κουαρτέτου του Σταύρου Λάντσια, για ένα και μόνο λόγο. Δε σταματάνε να σκάβουν και είναι η καλύτερη απόδειξη πως η ελληνική jazz σκηνή, έχει συνέχεια, συνέπεια και τίποτα το ημιτελές. Όταν η προηγούμενη γενιά έχει τέτοιο μπούσουλα σε όσα κάνει, ποιος απο τους καινούργιους θα τολμήσει κάτι λιγότερο;
(Σταύρος Λάντσιας και Γιώργος Κοντραφούρης Photo: Χρήστος Περούλης)
(David Lynch και Μπάμπης Τυρόπουλος, Photo:Νίκος Μουστάκας)
Κάτι που μου φέρνει στο μυαλό μια χαριτωμένη στιχομυθία, προ δεκαετίας, όταν επιμελήθηκα στον ρ/σ Εν Λευκώ ένα πολύ μεγάλο αφιέρωμα στη Jazz, που κράτησε σχεδόν 24 μήνες. Σημαντικό μέρος αυτού είχε να κάνει με την ελληνική σκηνή και δε θα ξεχάσω τον ακόλουθο διάλογο (πώς θα μπορούσα άλλωστε αφού τον έχω καταγράψει) όταν νέος παραγωγός του σταθμού βλεποντάς με σε κατάσταση πανικού στο γραφείο μου με ρωτἀει:
-Καλά..τι κάνεις τόσες ώρες εδώ;
-Tι εννοείς;..Προσπαθώ να βγάλω μια άκρη με το αφιέρωμα, δε θέλω να μείνει εκτός κανένας έλληνας jazz παίχτης, αλλά είναι αδύνατον γαμώτο.. θα πρέπει να τραβήξει κι άλλη σεζον το αφιέρωμα..
-Ελα μωρέ τώρα, πως κάνεις έτσι..ποιός θα το καταλάβει..και σιγά τη σκηνή που έχουμε..πόσοι είναι πια οι Jazz μουσικοί στην Ελλάδα..
Αυτό που μέχρι σήμερα προσπαθώ να καταλάβω, είναι αν ο συγκεκριμένος άνθρωπος είχε βαθιά άγνοια ή επιλεκτική αμουσία σε μια εποχή που, μεταξύ πολλών άλλων, ο τότε 17χρονος jazz πιανίστας Νίκος Αναδολής έδινε μαθήματα μουσικού ύψους στις ΗΠΑ. Εν τω μεταξύ, οκτώ χρόνια νωρίτερα απο το παραπάνω διασκεδαστικό περιστατικό, η Σχολή του Ιονίου Πανεπιστημίου είχε ήδη περάσει στη Διεθνή Ένωση Σχολών της Jazz (International Association of Schools of Jazz) με έλληνες φοιτητές να συμμετέχουν σε σεμινάρια, jam sessions και σε όλα όσα, μπορεί να προσφέρει ένας τόσο σημαντικός οργανισμός. Λίγο αργότερα, το 2005 ξεκινούν οι Θερινές Ακαδημίες στην Κέρκυρα με μοναδική φιλοδοξία να έρθουν ακόμα πιο κοντά οι μαθητές αλλά και το κοινό, στη μεγαλύτερη εικόνα και θέση της Jazz απο το εξωτερικό. Ταυτόχρονα καθηγητές ταξιδεύουν μέσω του Erasmus, ζούν το νησί και αποφασίζουν πως μία φορά ίσον καμία.
Κι επειδή το ένα φέρνει τα πολλά, σπουδαίοι μουσικοί έρχονται να διδάξουν, δημιουργούνται νέα τμήματα, προκύπτουν σεμινάρια, φεστιβάλ, διαλέξεις και στο τέλος της ημέρας ένα πλήθος κόσμου στέκεται με προσοχή απέναντι σ᾽ ένα απο τα πιο σοβαρά και ωραιότερα μουσικά πλαίσια της χώρας. Μέρος αυτού, αποτυπώνεται και σε δυο cd με συνθέσεις και ενορχηστρώσεις των φοιτητών του Ιονίου Πανεπιστημίου, που κυκλοφορούν από το περιοδικό Jazz &Τζαζ το 2003 και 2011 αντίστοιχα. Ολα αυτά σε μια σχολή που ξεκίνησε το πρόγραμμα της Jazz, το Σεπτέμβριο του 1996, με 6 ή 7 φοιτητές. Τα τελευταία 19 χρόνια έχουν περάσει περισσότεροι απο 60 ξένοι καλλιτέχνες, μεταξύ των οποίων οι Mark Murphy, Steve Lacy, Keith Copeland, Chico Freeman, Sheila Jordan, Jay Clayton, Erik Ineke. Ο κατάλογος είναι ατελείωτος σε όλα τα επίπεδα και δεν ξέρω αν μπορώ να γίνω πιο σαφής για τις επιδόσεις ενός τέτοιου διαμετρήματος στην χώρα μας.
(Λευτέρης Κορδής Photo: Νίκος Μουστάκας)
Μια απο τις σκέψεις που έκανα και τη μοιράστηκα με τον απίθανο άνθρωπο και πιανίστα Λευτέρη Κορδή, ήταν πως ναι μεν καταλαβαίνω την τεράστια τιμή και ευκαιρία να διδάσκεις στο Berklee College of Music, αλλά όλα ξεκίνησαν απο την Κέρκυρα γι αυτόν. Πέρα από τα δυσανάλογα μεγέθη συμφωνήσαμε πως η βάση κάθε πράγματος είναι αυτή που κατά κύριο λόγο εκτοξεύει ή χαντακώνει έναν άνθρωπο. Αν μη τι άλλο το Πανεπιστήμιο της Κέρκυρας έχει αποδείξει το μέγεθος του γκελ που διαθέτει. Και για να είμαι απολύτως δίκαιη δεν είναι το μοναδικό Ανὠτατο Εκπαιδευτικό Ιδρυμα της χώρας που κουβαλάει τέτοια δυναμική.
Με άλλα λόγια, το θέμα της μετανάστευσης προκύπτει απο αλλού και δεν έχει να κάνει με τις ευκαιρίες στο εξωτερικό, αλλά με τις ισόβιες εκπτώσεις στο εσωτερικό της χώρας. Όταν ρώτησα τον συμπαίκτη του Κορδή, τον πιτσιρικά και Πορτορικανό σαξοφωνίστα Edmar Colon, πώς του φαίνεται η φάση εδώ, απάντησε με τον ίδιο τρόπο που τον είδα να παίζει. Με φοβερά καλοζυγισμένο proximity του σαξοφώνου απέναντι στο μικρόφωνο. “Είστε τυχεροί” μου εἰπε, “η ατυχία είναι πως δεν το έχετε καταλάβει”. Mιλάμε για ίλιγγο-αντήχηση στ᾽αυτιά και την καρδιά μου.
(Edmar Colon Photo: Kafka)
Περπατώντας αρκέτες ώρες στην πόλη της Κέρκυρας σκέφτηκα πως η εκτός σεζόν, εικόνα της είναι όμορφη και ανθρώπινη, έχει ένα υπέροχο μουσικό τμήμα στο Πανεπιστήμιο της, μαθητές και ήσυχους μάγους σε καθαρές αίθουσες, πεταλούδες παρτιτούρες παντού, κύματα να σκάνε δίπλα στους αυτοσχεδιασμούς απο τα ανοιχτά παράθυρα της σχολής, όλα είναι σε απόσταση ορθοπεταλιάς και βημάτων, υπάρχει χώρος στους ηλικιωμένους και τα παιδιά ν᾽αναπολούν και να δημιουργούν αναμνήσεις, έχει μια αρχιτεκτονική αναδρομικότητα που εκμηδενίζει την ιστορική απόσταση και υπάρχει μια θρησκευτική αφήγηση που αν τη μετρήσεις με τη μελωδἰα που της αναλογεί, δεν υπάρχει χώρος για κυνικές διαπιστώσεις.
Επιστρέφοντας στο ξενοδοχείο έβαλα στην τηλεόραση να δώ τα τοπικά νέα, δεν μπορεί, σκέφτηκα, κάτι δε βλέπω με γυμνό μάτι. Και είδα στο γυαλί πως η Κέρκυρα έχει σοβαρό πρόβλημα με τα σκουπίδια της. Έκλεισα την τηλεόραση τη στιγμή ακριβώς που χάθηκε η μπάλα, το θέμα δεν ήταν πλέον τα σκουπίδια αλλά ποιος θα κάνει σκουπίδι τον άλλον. Σε μια γλώσα σαν τη δική μας όπου η αλήθεια προκύπτει από τη λήθη προτίμησα να βγω απο το δωμάτιο και να περπατήσω έχοντας στο μυαλό μου τις εκτυφλωτικές εξαιρέσεις, όχι τον κανόνα που λέει πως βρεθήκαμε εδώ, σε αυτή τη χώρα, για να κάνουμε ο ένας τη ζωή του άλλου, ακόμα πιο δύσκολη. Όπως μου είπε και η εξωγήινη, αμερικανίδα ερμηνεύτρια Jay Clayton σε μια μαραθώνια κουβέντα μας την επομένη του live της, “κανένας και τίποτα δε μπορεί να αφαιρέσει τις φωνές στο κεφάλι σου που έχεις επιλέξει ν᾽ακούς. Αλλά τουλάχιστον φρόντισε να μην τις ακούς πανηγυρικά και μονότονα. Η ζωή είναι ομαδικό παιχνίδι”.
(Photo: Kafka)